Η διεξαγωγή της καθημερινής κλινικής πρακτικής με γνώμονα τα διαθέσιμα υψηλής ποιότητας επιστημονικά δεδομένα είναι μια διαδικασία γνωστή ως evidence-based medicine, και είναι ο σύγχρονος τρόπος με τον οποίο λειτουργούν όλες οι ιατρικές ειδικότητες στο δυτικό κόσμο. Αυτή η τακτική οδηγεί αποδεδειγμένα στα καλύτερα κλινικά αποτελέσματα για τους ασθενείς, στην αποφυγή επιπλοκών, και στη λελογισμένη χρήση οικονομικών πόρων.
Στην περίπτωση της Ορθοπαιδικής υπάρχει ένας ακόμα λόγος για την παρακολούθηση των επιστημονικών δεδομένων που αφορούν σε χειρουργικές καινοτομίες. Τα υλικά και τα εργαλεία (συμπεριλαμβανομένων και των ψηφιακών τεχνολογιών) που χρησιμοποιούνται στις Ορθοπαιδικές χειρουργικές επεμβάσεις, παρότι επιτηρούνται από τους ίδιους ελεγκτικούς οργανισμούς που ελέγχουν τις φαρμακευτικές ουσίες, δεν υποβάλλονται στις ίδιες απαιτητικές διαδικασίες έγκρισης.
Στην πλειονότητα των περιπτώσεων οι κατασκευαστές των Ορθοπαιδικών καινοτομιών δεν χρειάζεται να καταθέσουν προκαταρκτικά δεδομένα ασφαλείας κατόπιν χρήσης σε ανθρώπους προκειμένου να εξασφαλίσουν έγκριση για την προώθηση του προϊόντος τους στην ελεύθερη αγορά. Επιπλέον για εκείνες τις καινοτομίες που θα απαιτηθούν προκαταρκτικά δεδομένα ασφαλείας οι σχετικές μελέτες είναι λιγότερο ενδελεχείς σε σχέση με τις αντίστοιχες που αφορούν την έγκριση νέων φαρμάκων Αυτή η αρχή ισχύει για όλες τις σημαντικές ελεγκτικές υπηρεσίες στον δυτικό κόσμο (US Food and Drug Administration, UK Medicines and Healthcare products Regulatory Agency, European Medicines Agency).
Ως εκ τούτου ο έλεγχος της ασφάλειας και της επίδοσης της πλειοψηφίας των Ορθοπαιδικών καινοτομιών αρχίζει μετά την είσοδό τους στην ελεύθερη αγορά, δηλαδή αφού ξεκινήσει η χρήση τους σε ασθενείς. Παρότι οι ελεγκτικοί οργανισμοί μελετούν επαρκώς την επιστημονική λογική πίσω από τον σχεδιασμό, η Ορθοπαιδική κοινότητα έχει στιγματιστεί στο παρελθόν από καινοτομίες που αναπτύχθηκαν με σκοπό τη βελτίωση των κλινικών αποτελεσμάτων και κατέληξαν σε καταστροφικές αποτυχίες, συνήθως λόγω ασυμβατότητας με την ανθρώπινη βιολογία.
Οι Ορθοπαιδικοί χειρουργοί οφείλουν να παρακολουθούν τα υψηλής ποιότητας επιστημονικά δεδομένα όπως αυτά δημοσιεύονται στην πορεία του χρόνου, προκειμένου να επιβεβαιώνουν τόσο την ασφάλεια όσο και την αποτελεσματικότητα της καινοτομίας που προτείνουν στους ασθενείς τους.
Οι Ορθοπαιδικοί χειρουργοί ενημερώνονται για το κλινικό τους αντικείμενο μέσα από τα αποτελέσματα της , όπως αυτά δημοσιεύονται στα ιατρικά επιστημονικά περιοδικά. Ειδικότερα για τις Αρθροπλαστικές του Ισχίου και του Γόνατος, ευρείας κλίμακας δεδομένα παρέχονται από τα διεθνή μέσω των ετήσιων αναφορών που δημοσιεύονται στους αντίστοιχους ιστοτόπους. Η ορθή και συστηματική επιστημονική ενημέρωση είναι απαιτητική σε χρόνο και πνευματική προσπάθεια. Ιδανικά ο χειρουργός θα πρέπει να έχει ασχοληθεί ο ίδιος με την επιστημονική έρευνα, ώστε να μπορεί να διακρίνει τα επιστημονικά δεδομένα της υψηλότερης διαθέσιμης ποιότητας.
Προσωπικά πιστεύω ότι τα δεδομένα των Μητρώων Καταγραφής Αρθροπλαστικών έχουν μεγαλύτερη βαρύτητα στην ενημέρωση των ασθενών και στη διαχείριση των προσδοκιών τους κατόπιν επέμβασης Αρθροπλαστικής Ισχίου και Γόνατος. Βασίζονται σε πολύ μεγάλο αριθμό καταγεγραμμένων Αρθροπλαστικών, αντικατοπτρίζουν τις καθημερινές συνθήκες που επικρατούν στα χειρουργεία, και παρέχουν μία ρεαλιστική καταγραφή της συνολικής επίδοσης των χειρουργών από τον καλύτερο μέχρι τον χειρότερο. Εδώ θα σημειώσω ότι τα δεδομένα αυτά πιθανόν να μην είναι απολύτως συγκρίσιμα με τις συνθήκες του Ελληνικού συστήματος υγείας, καθώς οι χώρες που διατηρούν Μητρώα Καταγραφής Αρθροπλαστικών εφαρμόζουν κατά αποκλειστικότητα το σύστημα πρόσληψης χειρουργών με επίσημη .
Οι εγκεκριμένοι διεθνείς Ορθοπαιδικοί επιστημονικοί οργανισμοί (γνωστοί και ως επιστημονικές Εταιρείες) αναλαμβάνουν κατά καιρούς να συνθέσουν τα υπάρχοντα επιστημονικά δεδομένα για τα σημαντικότερα θέματα της ειδικότητας, και να εκδώσουν κατευθυντήριες οδηγίες. Στην πορεία της ιστοσελίδας γίνεται τακτική αναφορά στις κατευθυντήριες οδηγίες των πιο σημαντικών Ορθοπαιδικών Εταιρειών:
της Αμερικάνικης Ένωσης Ορθοπαιδικών Χειρουργών (American Association of Orthopaedic Surgeons – AAOS)
των επιστημονικών οργανισμών του Ηνωμένου Βασιλείου (National Institute for Clinical Excellence – NICE, British Orthopaedic Association – BOA)
της Ευρωπαϊκής Αρθροσκοπικής Εταιρείας (European Society of Sports Traumatology, Knee Surgery & Arthroscopy – ESSKA)
της Ευρωπαϊκής Ορθοπαιδικής Εταιρείας (European Federation of National Associations of Orthopaedics and Traumatology – EFORT)
Όσον αφορά τις μελέτες αποτελεσματικότητας των Ορθοπαιδικών καινοτομιών, λαμβάνοντας υπ’ όψη το συνήθη χρόνο διεκπεραίωσης μίας ιατρικής μελέτης υψηλού επιπέδου, τα πρώτα ισχυρά επιστημονικά δεδομένα μπορούν κάτω από ιδανικές συνθήκες να είναι διαθέσιμα στους χειρουργούς τρία με τέσσερα χρόνια από την αρχική εμπορική προώθηση της καινοτομίας στην αγορά. Μέχρι τότε οποιαδήποτε δήλωση περί πιθανής υπεροχής αποτελεί μάλλον προσωπική εκτίμηση του εκάστοτε χειρουργού παρά αντικειμενική επιστημονική απόδειξη.
Στα δυτικά συστήματα υγείας τα αποτελέσματα της επιστημονικής έρευνας έχουν μεγαλύτερη βαρύτητα από τη μεμονωμένη άποψη του κάθε χειρουργού, ανεξάρτητα από το επίπεδο εμπειρίας αυτού. Σε ορισμένες χώρες δε ένας χειρουργός μπορεί να εξαναγκαστεί να τροποποιήσει την πρακτική του, όταν αυτή δεν συμφωνεί με τα τρέχοντα υψηλής ποιότητας επιστημονικά δεδομένα. Στη χώρα μας δεν υφίσταται αντίστοιχη επιτήρηση από τους κρατικούς μηχανισμούς και τις επιστημονικές Εταιρείες, και η προσαρμογή των Ορθοπαιδικών χειρουργών στις επιστημονικές εξελίξεις επαφίεται στο προσωπικό τους ενδιαφέρον για ενημέρωση και εξέλιξη.